Διογένης Μαλτέζος, δάσκαλος
Περιοδ. Πρωτάτον. Άργος, Φθινόπωρο 2003.
Ξένος: Τον γέροντα μιας Καλύβης που ήταν εδώ κοντά. Δεν μπορώ να σου πω που ακριβώς ήταν, γιατί το δάσος θέριεψε και τα σκέπασε όλα.
Μοναχός: Το όνομα του Γέροντα;
Ξένος: Δεν το θυμάμαι. Έπεσε πολύ σκοτάδι στη μνήμη μου και δεν το θυμάμαι.
Μοναχός: Πες μου τα χαρακτηριστικά του.
Ξένος: Ήταν γεμάτος καλοσύνη. Το πρόσωπό του ήταν γαλήνιο, έλαμπε.
Μοναχός: πες μου και άλλα χαρακτηριστικά γιατί αυτά που μου είπες τα έχουν πολλοί.
Ξένος: όταν μιλούσε χαμήλωνε τα μάτια, μας μιλούσε πάντα για την Παναγία, μας συμβούλευε να αποφεύγουμε την αμαρτία, όμως έδειχνε συμπόνια για τον αμαρτωλό. Αυτές τις στιγμές έλεγε ότι αυτός ο ίδιος ήταν ο πιο αμαρτωλός από τους ανθρώπους. Κάποιες στιγμές τα μάτια του γέμιζαν δάκρυα, τότε προσευχόταν χαμηλόφωνα: «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού ελέησόν με τον αμαρτωλό». Και κάτι άλλο να προσθέσω μήπως σε βοηθήσω. Ο γέροντας που ζητώ έμοιαζε με τον παππού μου.
Μοναχός: Ξένε, δεν γνώρισα ποτέ τον παππού σου. Όμως πες μου πόσα χρόνια έχουν περάσει από την τελευταία φορά που είδες τον γέροντα που ζητάς.
Ξένος: Γύρω στα 50 χρόνια, παιδί μου, μαζεύτηκαν δίχως να το καταλάβω. Τόσο το αμέλησα…
Μοναχός: μα εγώ δεν είχα γεννηθεί τότε, ούτε ο γέροντας της Καλύβης μας. Εδώ είμαστε όλοι νέοι. Αύριο θα κάνουμε μνημόσυνο γι’ αυτούς. Μείνε μαζί μας να τους μνημονεύσουμε. Εδώ θα είναι όλοι…
Άργος, Φθινόπωρο 2003
Διογένης Μαλτέζος, δάσκαλος
Περιοδ. Πρωτάτον